photos by Κ.Δουμπενιδης
Προσωπικες οπτασιες
Le temps ils sont le volume malin de l'instant
Βαλε ενα ποτηρι παραπανω
κερασμα της περιεργης μας νυχτας
που αποφασισε σημερα να βρεξει
που αποφασισε τα σκουπιδια να μαζευτουν νωριτερα
που απαιτησε να ειμαστε μακρυα
γεμισε το μεχρι πανω
να την κανουμε να γελασει
να ακουμπησει πανω μας ερωτευμενη
και να μας πει πως τιποτα δεν τελειωνει εδω
πως ολα ειναι καλα
και αυτη που και που
εχεις τις παραξενιες τις
-δεν ειμαστε τιποτα βαρβαροι-
θα της το συγωρεσουμε
Κρέμασε το φεγγάρι στο λαιμό σου
και άνοιξε μου τον ουρανό στα δύο
να ντυθώ με τα πιο μαύρα μου σκοτάδια
και να είσαι εσύ οτι πιο ρομαντικό απέκτησα.
Άλλο η νύχτα και άλλο η μέρα
αρκει να μοιράζεσαι το φως
αρκει να μπορείς
αρκει να θες
Μη μου διώχνεις τα σύννεφα
είναι δικά μου, μόνο δικά μου
Εγώ τα φούσκωσα
μονη μου τα κρεμασα
μονη μου τα χρωμάτισα
Μη ψάχνεις τις τσέπες μου
να βρεις τα πινέλα
είναι κάτω απο το μαξιλάρι μου
νωπά
Μου βρέχουν τα μάγουλα
και ειναι λες και κλαιω.
Δε κλαιω
Ετσι πρεπει να σου πω
Δε κλαιω
Άσε μου λίγο χρόνο να κάνω ένα διάλειμμα
Γίνε αυτό που μας αρέσει
έτσι περνάμε καλά
με στιγμές ανεξάρτητες της μοναξιάς μας
με μια ζεστή αγκαλιά με αυτόν που μας επέλεξε
και ενα ποτήρι κρασί που το πίνουμε χωρίς να μας αρέσει
έτσι για τη παρέα μωρέ
Άσε μου λίγο χρόνο να δω πως βγαίνουν από δω μέσα
Δε σου υπόσχομαι πως θα το βρω ομως με βλέπεις
προσπαθώ να σ αγαπάω
προσπαθώ να σ αγαπησουν
και ας μην είναι αλήθεια
δε κάνει πάντα καλό η αλήθεια που δίνεις
Αν μου τάξεις δυό χαμόγελα θα είναι όλα καλά.
Θα περπατάμε μαζί,με δυό παλάμες αχώριστες και δύο ζευγάρια μεγάλα γελαστά μάτια.
Ναι,ναι έτσι θα γίνει.Θα μου τάξεις δυό χαμόγελα.Και θα ορκιστείς οτι μ΄αγαπάς.
Θα περπατάμε μαζί,με δυό παλάμες αχώριστες και δύο ζευγάρια μεγάλα γελαστά μάτια.
Ναι,ναι έτσι θα γίνει.Θα μου τάξεις δυό χαμόγελα.Και θα ορκιστείς οτι μ΄αγαπάς.
Τα σύννεφα θα είναι παχουλά και ο ήλιος θα 'χει όνομα.
Και αν το φωνάξω θα γυρίσεις.
Και αν το φωνάξεις θα γυρίσω.
Ναι,ναι έτσι θα γίνει.Ο ήλιος θα ΄χει όνομα.
Και θα ορκιστείς οτι μ΄αγαπάς.
Θα ακουμπάς το κεφάλι σου στον ώμο μου,
και θα μιλάμε για το τι θέλω και το τι ήθελες,
για το τι θέλεις και το τι ήθελα.
Και κάποιο βράδυ,
που δε θα το ξέρω και δε θα το ξέρεις,
δε θα είμαι εγώ και δε θα είσαι εσύ.
Θα είμαστε δύο τυχαίες υπάρξεις που κάποτε αγκαλιάστηκαν
Και αν το φωνάξω θα γυρίσεις.
Και αν το φωνάξεις θα γυρίσω.
Ναι,ναι έτσι θα γίνει.Ο ήλιος θα ΄χει όνομα.
Και θα ορκιστείς οτι μ΄αγαπάς.
Θα ακουμπάς το κεφάλι σου στον ώμο μου,
και θα μιλάμε για το τι θέλω και το τι ήθελες,
για το τι θέλεις και το τι ήθελα.
Και κάποιο βράδυ,
που δε θα το ξέρω και δε θα το ξέρεις,
δε θα είμαι εγώ και δε θα είσαι εσύ.
Θα είμαστε δύο τυχαίες υπάρξεις που κάποτε αγκαλιάστηκαν
Στα έντονα σχέδια των βιτρινών
δε φταίς εσύ που χάνεσαι
στα βήματα των περαστικών
δε φταίς εσύ που μπλέκεσαι.
Και για κορόιδο των γελοτοποιών
που χάχανα ξεχειλίζουν οι τσέπες τους,
δε φταις εσύ αν σε περνάνε..
Στο πλαστικό σου ποτήρι,
αυτά που είπες,αυτά που έκανες,αυτά που θέλησες,
αποκτούν τη συχνότητα κερμάτων,
δε φταίς εσύ.
Αλλά τα τρύπια σου παπούτσια.
Πότε τα διάλεξες;
δε φταίς εσύ που χάνεσαι
στα βήματα των περαστικών
δε φταίς εσύ που μπλέκεσαι.
Και για κορόιδο των γελοτοποιών
που χάχανα ξεχειλίζουν οι τσέπες τους,
δε φταις εσύ αν σε περνάνε..
Στο πλαστικό σου ποτήρι,
αυτά που είπες,αυτά που έκανες,αυτά που θέλησες,
αποκτούν τη συχνότητα κερμάτων,
δε φταίς εσύ.
Αλλά τα τρύπια σου παπούτσια.
Πότε τα διάλεξες;
-Φόρεσε τις καλές σου λέξεις
να γίνεις όμορφη
να με μάθεις να αγαπάω
Κοίταξε με και διάλεξε χρώμα και μέγεθος
Διάλεξε από τα μάτια μου το ¨σε σκεφτομαι¨
και ξετρύπωσε από τα βλέφαρα μου το ¨μου λείπεις¨
-Ποιό μέρος της σάρκας σου μου δώρισες για να μπορώ να σε αγγίξω;
Το άρωμα σου μου ανήκει από τη μέρα που ακούμπησα στο στήθος σου εκείνη τη μαργαρίτα.
-Είναι δικό σου ότι σου ανήκει
-Δε με ξέρεις
-Σε φαντάζομαι
-Δε με ξέρεις καλά
-Σε λένε Εικόνα
-Με λένε Ανάγκη
να γίνεις όμορφη
να με μάθεις να αγαπάω
Κοίταξε με και διάλεξε χρώμα και μέγεθος
Διάλεξε από τα μάτια μου το ¨σε σκεφτομαι¨
και ξετρύπωσε από τα βλέφαρα μου το ¨μου λείπεις¨
-Ποιό μέρος της σάρκας σου μου δώρισες για να μπορώ να σε αγγίξω;
Το άρωμα σου μου ανήκει από τη μέρα που ακούμπησα στο στήθος σου εκείνη τη μαργαρίτα.
-Είναι δικό σου ότι σου ανήκει
-Δε με ξέρεις
-Σε φαντάζομαι
-Δε με ξέρεις καλά
-Σε λένε Εικόνα
-Με λένε Ανάγκη
Τα κόκκινα φεγγάρια των ημερών μας,
μονότονα φανάρια των λεωφόρων
που σε ζαλίζουν και σε ζαλίζουν.
Οι λέξεις που ξεφεύγουν,
τώρα παρατημένα μπουκάλια κρασί,
αδειάζουν στο ποτήρι γουλιά- γουλιά τον εαυτό σου.
Οι συμβουλές και οι εξηγήσεις,
ανόητα αποτυπώματα φιλιών σε παλιούς καθρέφτες,
τόσα πολλά στριμωγμένα, μέχρι να πεις:
φτάνει και φτάνει.
μονότονα φανάρια των λεωφόρων
που σε ζαλίζουν και σε ζαλίζουν.
Οι λέξεις που ξεφεύγουν,
τώρα παρατημένα μπουκάλια κρασί,
αδειάζουν στο ποτήρι γουλιά- γουλιά τον εαυτό σου.
Οι συμβουλές και οι εξηγήσεις,
ανόητα αποτυπώματα φιλιών σε παλιούς καθρέφτες,
τόσα πολλά στριμωγμένα, μέχρι να πεις:
φτάνει και φτάνει.
Στα δάχτυλα μου τα σβηστά τσιγάρα,
η ψευδαίσθηση πως εξαρτώμαι από κάπου,
στο καθρέφτη το αποτύπωμα των στεγνών χειλιών μου,
καιρό απότιστα από όμορφες λέξεις,
τα μάτια μου κλειστά,
χωρίς οράματα και διάφορα που κάποτε είχα..
Θα μπορούσα να πω πως φταις εσύ,
που αφήνεις μισοτελειωμένο το κάθε μου όνειρο,
μα δεν θα σου δώσω την ευθύνη της διάθεσης μου,
υπάρχει για μένα.
η ψευδαίσθηση πως εξαρτώμαι από κάπου,
στο καθρέφτη το αποτύπωμα των στεγνών χειλιών μου,
καιρό απότιστα από όμορφες λέξεις,
τα μάτια μου κλειστά,
χωρίς οράματα και διάφορα που κάποτε είχα..
Θα μπορούσα να πω πως φταις εσύ,
που αφήνεις μισοτελειωμένο το κάθε μου όνειρο,
μα δεν θα σου δώσω την ευθύνη της διάθεσης μου,
υπάρχει για μένα.
η ώρα πέρασε,ο χρόνος δεν είναι πια χρόνος.
Είναι μια δερμάτινη βαλίτσα αναμνήσεων και παλιών υποθέσεων.Είναι ένας φάκελος με αποκόμματα περιοδικών και κολλημένες τσίχλες στο πάτο της σχολικής μου τσάντας.Βρεγμένα χαρτομάντηλα από χυμένα δάκρυα και σκισμένα μανίκια από ξέφρενα κυνηγητά.
Ο χρόνος δεν είνα πια χρόνος.Εδώ που φτάσαμε είναι μόνο ένα μάτσο απρεπείς προτάσεις.Είναι μνήμες που πλαισιώνουν το παρόν μου,χωρίς να ελπίζουν πουθενά,επιβιώνοντας από τη κρυφή συλλογή στιγμών μου.
Οι σκιές που κάνουν τα χέρια μου δε μοιάζουν με πεταλούδες και χαρούμενες μορφές.Η σαρκοβόρα πλευρά του εαυτού μου...Κοιτάει το σώμα και το κορμί,την αόριστη σάρκα και μορφή.Ψυχή δεν υπάρχει στις κινήσεις του.Ψυχή δε θα υπάρξει στις υποσχέσεις και στα όνειρα του.
Μα εγώ δε βιάζομαι.Ποτέ δε βιάστηκα.
Ο χρόνος είναι χρόνος
Ο χρόνος είναι το είδωλο μου στο καθρέφτη του παιδικού μου δωματιου.
Δε βιάζομαι
Είναι μια δερμάτινη βαλίτσα αναμνήσεων και παλιών υποθέσεων.Είναι ένας φάκελος με αποκόμματα περιοδικών και κολλημένες τσίχλες στο πάτο της σχολικής μου τσάντας.Βρεγμένα χαρτομάντηλα από χυμένα δάκρυα και σκισμένα μανίκια από ξέφρενα κυνηγητά.
Ο χρόνος δεν είνα πια χρόνος.Εδώ που φτάσαμε είναι μόνο ένα μάτσο απρεπείς προτάσεις.Είναι μνήμες που πλαισιώνουν το παρόν μου,χωρίς να ελπίζουν πουθενά,επιβιώνοντας από τη κρυφή συλλογή στιγμών μου.
Οι σκιές που κάνουν τα χέρια μου δε μοιάζουν με πεταλούδες και χαρούμενες μορφές.Η σαρκοβόρα πλευρά του εαυτού μου...Κοιτάει το σώμα και το κορμί,την αόριστη σάρκα και μορφή.Ψυχή δεν υπάρχει στις κινήσεις του.Ψυχή δε θα υπάρξει στις υποσχέσεις και στα όνειρα του.
Μα εγώ δε βιάζομαι.Ποτέ δε βιάστηκα.
Ο χρόνος είναι χρόνος
Ο χρόνος είναι το είδωλο μου στο καθρέφτη του παιδικού μου δωματιου.
Δε βιάζομαι
Το σπίτι πια δεν είναι σπίτι
Δεν έχει το άρωμα λεβάντας και μέντας.
Τα βιβλία πια δεν είναι βιβλία
Δεν ταιριάζει η τσάκιση στις σελίδες τους.
Το ραδιόφωνο πια δεν είναι ραδιόφωνο
Δεν ξεχωρίζεις τον λόγο απ΄τη γλώσσα.
Οι άνθρωποι πια δεν είνα άνθρωποι
Δεν σου μοιάζουν στο ελάχιστο.
Από τότε που αποφάσισες να φύγεις
τίποτα δεν είναι σωστό.
Τίποτα κατανοητό
Τίποτα
Τίποτα
Τίποτα
Τίποτα
Τίποτα
Τίποτα
Τίποτα
Τίποτα
Τίποτα
Έτσι φτάσαμε στο τώρα;
Όχι,όχι.Φυσικά και όχι
Η αγκαλιά είναι ακόμα αγκαλιά
Το φιλί είναι ακόμα φιλί
Και εσύ..
Και εσύ είσαι ακόμα εσύ..
Δεν έχει το άρωμα λεβάντας και μέντας.
Τα βιβλία πια δεν είναι βιβλία
Δεν ταιριάζει η τσάκιση στις σελίδες τους.
Το ραδιόφωνο πια δεν είναι ραδιόφωνο
Δεν ξεχωρίζεις τον λόγο απ΄τη γλώσσα.
Οι άνθρωποι πια δεν είνα άνθρωποι
Δεν σου μοιάζουν στο ελάχιστο.
Από τότε που αποφάσισες να φύγεις
τίποτα δεν είναι σωστό.
Τίποτα κατανοητό
Τίποτα
Τίποτα
Τίποτα
Τίποτα
Τίποτα
Τίποτα
Τίποτα
Τίποτα
Τίποτα
Έτσι φτάσαμε στο τώρα;
Όχι,όχι.Φυσικά και όχι
Η αγκαλιά είναι ακόμα αγκαλιά
Το φιλί είναι ακόμα φιλί
Και εσύ..
Και εσύ είσαι ακόμα εσύ..
Σαν ξεριζωμένα τμήματα του χώρου σου,
περιορίζοντας τον ουρανό και τον καθαρό μου αέρα..
περιττά μπαλκόνια αγκιστρωμένα στα κτίρια,
δειλά κάνοντας σκιά σε πρόχειρα πεζοδρόμια, φωλιάζουν στη γιορτινή μας αφέλεια το κιτς των ανθρώπινων ψευδαισθήσεων..
περιορίζοντας τον ουρανό και τον καθαρό μου αέρα..
περιττά μπαλκόνια αγκιστρωμένα στα κτίρια,
δειλά κάνοντας σκιά σε πρόχειρα πεζοδρόμια, φωλιάζουν στη γιορτινή μας αφέλεια το κιτς των ανθρώπινων ψευδαισθήσεων..
Λες και βάλαμε στη πρίζα το κόκκινο χαμόγελο μας
και τραγουδώντας το κρεμάσαμε στα σκουριασμένα κάγκελα.
και τραγουδώντας το κρεμάσαμε στα σκουριασμένα κάγκελα.
Σε έχω κλείσει σε ένα κουτάκι.Δε μιλάς πολύ,ακούς πάντα ότι σου λέω,μ'αγαπάς ,θα κανες τα πάντα για μένα,τα βράδια μου τραγουδάς Λοίζο για να με πάρει ο ύπνος,χασκογελάς με το σάλιο που βρέχει το μαξιλάρι μου και χαιδεύεις τα μαλλιά μου-θέε μου τι ζεστή επαφή- όταν κάποιος με προδίδει.
Κάποτε όλο σε λεγα μπαμπά και μπαμπά,μα στη προσπάθεια μου να ισορροπήσω στα κόκκινα τακούνια,ποδοπότησα άγρια ότι απέμεινε από κείνη τη λέξη.
Πλέον βρίσκω διάφορα ονόματα να σε φωνάξω,διάφορα γράμματα να στριμώξω σε κεινο το κουτί.Στην αρχή,είχα όρεξη πολύ και μετακινούσα με περίσσια φροντίδα όλο το καπάκι,έφτιαχνα στοργικά το άσπρο σατέν και σε τοποθετούσα στη στάση που σε βολεύει.Και ύστερα δε με ένοιαζε τι και πως αρκεί να ήσουν το κουτί μου,το κουτάκι μου.
Μετά ξεβολεύτηκες-έκανε ζέστη λες εκεί μέσα και η υγρασία σου τζάκιζε τα πλευρά- και όλο φώναζες να σε βγάλω.Θιγμένος ο δείκτης μου σε έσπρωξε στο "δε-με-νοιάζει-τι-κάνεις-μετά-από-μένα"και έκλεισα το καπάκι.Θυμωμένη με την ευκολία που βόλεψα κάποιον στο κουτί μου,θυμωμένη με την ευκολία που στρίμωξα κάποιον στις απαιτήσεις μου,πήρα το κόκκινο τακούνι και χάραξα μια λεπτή γραμμή στην επιφάνεια του ξύλινου κουτιού.
Για γράμματα συγκεκριμένων διαστάσεων και ονόματα συγκεκριμένου μήκους.
Για να μην πίεζω και να μην πιέζομαι.
Μα ξέρεις,βλέπω πως οι μέρες τρέχουν ξαφνικά,πως δε προλαβαίνω καν τη σκόνη να πάρω-έστω τα πάνω πάνω-δε προλαβαίνω καν να σκεφτώ αν πια μου αρέσει ο Λοίζος ή θέλω Χατζιδάκη,αν πια θέλω να με χαιδεύεις γιατί με πρόδωσαν και όχι γιατί τους πρόδωσα.
Μα είναι αργά πάλι,κοντεύει μεσάνυχτα.Άσε με μόνο να χωθώ στο μάλλινο πουλόβερ σου και μόνο για απόψε να σε πω μπαμπά,μπαμπάκα μου γιατί φοβάμαι μωρέ,αλήθεια φοβάμαι.
Κάποτε όλο σε λεγα μπαμπά και μπαμπά,μα στη προσπάθεια μου να ισορροπήσω στα κόκκινα τακούνια,ποδοπότησα άγρια ότι απέμεινε από κείνη τη λέξη.
Πλέον βρίσκω διάφορα ονόματα να σε φωνάξω,διάφορα γράμματα να στριμώξω σε κεινο το κουτί.Στην αρχή,είχα όρεξη πολύ και μετακινούσα με περίσσια φροντίδα όλο το καπάκι,έφτιαχνα στοργικά το άσπρο σατέν και σε τοποθετούσα στη στάση που σε βολεύει.Και ύστερα δε με ένοιαζε τι και πως αρκεί να ήσουν το κουτί μου,το κουτάκι μου.
Μετά ξεβολεύτηκες-έκανε ζέστη λες εκεί μέσα και η υγρασία σου τζάκιζε τα πλευρά- και όλο φώναζες να σε βγάλω.Θιγμένος ο δείκτης μου σε έσπρωξε στο "δε-με-νοιάζει-τι-κάνεις-μετά-από-μένα"και έκλεισα το καπάκι.Θυμωμένη με την ευκολία που βόλεψα κάποιον στο κουτί μου,θυμωμένη με την ευκολία που στρίμωξα κάποιον στις απαιτήσεις μου,πήρα το κόκκινο τακούνι και χάραξα μια λεπτή γραμμή στην επιφάνεια του ξύλινου κουτιού.
Για γράμματα συγκεκριμένων διαστάσεων και ονόματα συγκεκριμένου μήκους.
Για να μην πίεζω και να μην πιέζομαι.
Μα ξέρεις,βλέπω πως οι μέρες τρέχουν ξαφνικά,πως δε προλαβαίνω καν τη σκόνη να πάρω-έστω τα πάνω πάνω-δε προλαβαίνω καν να σκεφτώ αν πια μου αρέσει ο Λοίζος ή θέλω Χατζιδάκη,αν πια θέλω να με χαιδεύεις γιατί με πρόδωσαν και όχι γιατί τους πρόδωσα.
Μα είναι αργά πάλι,κοντεύει μεσάνυχτα.Άσε με μόνο να χωθώ στο μάλλινο πουλόβερ σου και μόνο για απόψε να σε πω μπαμπά,μπαμπάκα μου γιατί φοβάμαι μωρέ,αλήθεια φοβάμαι.
Η σταματημένη εικόνα και τα παγωμένα λόγια,
τα ακίνητα περιστέρια μόλις λίγα εκατοστά πάνω από το έδαφος,
εκφράσεις και αγκαλιές γαντζωμένες στο πέρασμα του χρόνου.
Και όλα αυτά,όμορφα βαλμένα στο παράθυρο του παλιού νοσοκομείου.
Όταν βγαίνεις από δω όλα ξεκινάνε από κει που τ΄άφησες.
Δεν χάνεται τίποτα.
Ούτε καν η επανάληψη.
τα ακίνητα περιστέρια μόλις λίγα εκατοστά πάνω από το έδαφος,
εκφράσεις και αγκαλιές γαντζωμένες στο πέρασμα του χρόνου.
Και όλα αυτά,όμορφα βαλμένα στο παράθυρο του παλιού νοσοκομείου.
Όταν βγαίνεις από δω όλα ξεκινάνε από κει που τ΄άφησες.
Δεν χάνεται τίποτα.
Ούτε καν η επανάληψη.
Το παλιό πλοίο για το νησί των ονείρων,η πέτρινη προβλήτα και η ζεστή σου αγκαλιά.
Ο κοντός κύριος με τα γυαλιά,το μεγάλο καφέ σκυλί και αυτά που μου δωσες.
Τα τσαλακωμένα μου χαρτιά,τα πρόχειρα σκίτσα μου και κάπου κάπου τα λόγια σου.
Κάθε μου ανάμνηση ποτισμένη από το όνομα σου.
Κάθε μου στιγμή αρωματισμένη από τα μαλλιά σου.
Αν με ρωτήσεις τι θέλω να κάνω θα σου πω
Ο κοντός κύριος με τα γυαλιά,το μεγάλο καφέ σκυλί και αυτά που μου δωσες.
Τα τσαλακωμένα μου χαρτιά,τα πρόχειρα σκίτσα μου και κάπου κάπου τα λόγια σου.
Κάθε μου ανάμνηση ποτισμένη από το όνομα σου.
Κάθε μου στιγμή αρωματισμένη από τα μαλλιά σου.
Αν με ρωτήσεις τι θέλω να κάνω θα σου πω
"να περάσει"
Και όλα να γίνουν έτσι:
Το παλιό πλοίο για το νησί των ονείρων,η πέτρινη προβλήτα.
Ο κοντός κύριος με τα γυαλιά,το μεγάλο καφέ σκυλί .
Τα τσαλακωμένα μου χαρτιά,τα πρόχειρα σκίτσα μου.
Κάθε μου ανάμνηση..
Κάθε μου στιγμή..
Και όλα να γίνουν έτσι:
Το παλιό πλοίο για το νησί των ονείρων,η πέτρινη προβλήτα.
Ο κοντός κύριος με τα γυαλιά,το μεγάλο καφέ σκυλί .
Τα τσαλακωμένα μου χαρτιά,τα πρόχειρα σκίτσα μου.
Κάθε μου ανάμνηση..
Κάθε μου στιγμή..
Οι παλάμες μου γεμάτες χώμα.
Το πρόσωπο μου μουτζουρωμένο.
Πονάνε τα πλευρά μου και ανασαίνω αργά.
Ουρλιάζει ο κόσμος που θαψα μέσα του τα πάντα σου.
Οι πρώτες μου φράσεις
οι πρώτες μου λέξεις
δεν έχουν να πουν σε κανέναν τίποτα.
Αλλά καμιά στιγμή,
σε κάποια υπόνοια
θα καταλάβεις
πως
το τίποτα είναι καλύτερο απ' το όλα.
Το πρόσωπο μου μουτζουρωμένο.
Πονάνε τα πλευρά μου και ανασαίνω αργά.
Ουρλιάζει ο κόσμος που θαψα μέσα του τα πάντα σου.
Οι πρώτες μου φράσεις
οι πρώτες μου λέξεις
δεν έχουν να πουν σε κανέναν τίποτα.
Αλλά καμιά στιγμή,
σε κάποια υπόνοια
θα καταλάβεις
πως
το τίποτα είναι καλύτερο απ' το όλα.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)